
Έτσι ήταν ο Λευκός Πύργος στις αρχές του 20ου αιώνα. Μοναδική 3D αναπαράσταση (Vid)
Δύο καλλιτέχνες, ο 3D animator Βλαδίμηρος Νεφίδης και ο μοντέρ Δαμιανός Μαξίμοφ δημιούργησαν ένα μοναδικό 3D βίντεο το οποίο απεικονίζει τον Λευκό Πύργο, όπως ήταν στις αρχές του 20ου αιώνα.
Οι καλλιτέχνες βασίστηκαν για τη δημιουργία του βίντεό τους, σε φωτογραφίες και σχέδια της εποχής εκείνης.












Η
λειτουργική διάρθρωση του αρχαιοελληνικού σπιτιού δεν έχει να ζηλέψει
τίποτα από ένα σύγχρονο σπίτι. Το σπίτι της Ολύνθου με τα πολλά χρώματα
δίνει ολοκληρωμένη εικόνα του κλασικού σπιτιού. Εξωτερικά μοιάζει με
κλειστό οικοδόμημα, με μοναδικό άνοιγμα μια πόρτα στην ανατολική πλευρά.
Μόλις αφήσουμε την είσοδο, μπαίνουμε στον θυρώνα. Αριστερά μας,
βρίσκεται ο πιθεών (αποθήκη ή κελάρι) και δεξιά ο ανδρών, με προθάλαμο
και κύριο δωμάτιο, που κοσμείται με μωσαϊκό δάπεδο και θρανία. Εδώ
δειπνεί ο οικοδεσπότης με τους φίλους του, αφού πια κλείσει η αγορά.
Βγαίνοντας από τον θυρώνα, περνάμε στην αυλή, στην οποία υπάρχει ο βωμός
των οικιακών θεοτήτων: του Διός Ερκείου ή της Εστίας. Αριστερά, ο
υπαίθριος χώρος επεκτείνεται. Δυτικά της αυλής βρίσκεται το οπτάνιο
(=κουζίνα) και το λουτρό, ενώ ανοιχτά προς τον Νότο υπάρχουν οι θάλαμοι
(τα υπνοδωμάτια), οι οποίοι αναπτύσσονται κατά μήκος της παστάδος.
Στην
αναπαράσταση ενός άλλου κλασικού υποδείγματος σπιτιού από τη Μαρώνεια
της Θράκης επιβεβαιώνονται αυτές οι προδιαγραφές, που μεταξύ άλλων
οδηγούν και στην κατάλληλη κλίση της στέγης σε συνδυασμό με τον
προσανατολισμό. Με αυτόν τον τρόπο, οι ακτίνες του ήλιου τον χειμώνα
μπαίνουν στο σπίτι και το θερμαίνουν, ενώ το καλοκαίρι δεν εισέρχονται
στα δώματια και συνεπώς υπάρχει δροσιά. Πρόκειται για τις οικοδομικές
προδιαγραφές του περίφημου σπιτιού του Σωκράτη, οι οποίες στηρίζονται
στη γνώση των αστρονομικών και μετεωρολογικών φαινομένων, της τροχιάς
του ήλιου στις 21 Δεκεμβρίου τον χειμώνα και στις 21 Ιουνίου το
καλοκαίρι. Βάσει αυτών των δεδομένων, επιλέγονταν οι θέσεις των οικισμών
και ο προσανατολισμός των σπιτιών. Οι έρευνες έδειξαν ότι υπάρχουν
αρχαίες ελληνικές πόλεις των οποίων τα ανεμολόγια είχαν ελεγχθεί ώστε να
επιλεγούν οι πόλεις αυτές αποκλειστικά ως χώροι οικισμού.
Οι
πρώτοι άνθρωποι έφτασαν στην Αθήνα κατά το τέλος των νεολιθικών χρόνων,
μεταξύ 4500 και 4000 π.Χ. Τα διάσπαρτα ίχνη τους μαρτυρούν ότι διάλεξαν
για μόνιμη εγκατάστασή τους την περιοχή του βράχου της Ακρόπολης. Στην
αρχή, πιθανότατα δεν θέλησαν να κατοικήσουν στην κορυφή, αλλά γνωρίζουμε
από ανασκαφές ότι είχαν διασκορπιστεί στη νότια και στη βόρεια κλιτύ
του βράχου. Κατά καιρούς, ίσως να εγκαταστάθηκαν μερικοί και στα δύο
μικρά σπήλαια επάνω από το θέατρο του Διονύσου. Το νερό, πρώτο και
βασικό στοιχείο προκειμένου για την ίδρυση οικισμού, αντλούνταν από τα
21 ρηχά πηγάδια βάθους τριών έως τεσσάρων μέτρων που είχαν ανοίξει στη
βορειοδυτική πλευρά του βράχου, εκεί που αργότερα υπήρχε η ονομαστή πηγή
Κλεψύδρα.
Η
πρώτη εποχή του χαλκού, δηλαδή από το 3200 ως το 2000 π.Χ., βρίσκει
τους κατοίκους να είναι ακόμη έντονα επηρεασμένοι από τον νεολιθικό
τρόπο ζωής. Τον πρώτο καιρό παραμένουν κλεισμένοι στον οικισμό τους αλλά
αμέσως μετά συνδέονται και επικοινωνούν με ολόκληρη πλέον την
Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και τις Κυκλάδες. Εννοείται πάλι, ότι ούτε
από εκείνα τα σπίτια έχουν σωθεί ίχνη, αλλά τα κεραμεικά της εποχής
μαρτυρούν ότι οι άνθρωποι εξακολουθούν να κατοικούν στις παλιές θέσεις
που είχαν επιλέξει, ενώ άλλοι διαμένουν και στην κορυφή του βράχου,
κοντά στο Ερέχθειο. Στην αρχαία αγορά υπήρχε ένα μονοπάτι με διεύθυνση
προς τα δυτικά, προς την Ακαδημία Πλάτωνος. Το μονοπάτι αυτό έγινε
αργότερα δρόμος.
Σε
κανέναν οικισμό δεν κατοικούν οι άνθρωποι κλεισμένοι στον τόπο τους,
αλλά αναπτύσσουν εντυπωσιακά για τα δεδομένα της εποχής την έκταση των
επικοινωνιών τους.
Οι
Κρητικοί είχαν χάσει για πολλά χρόνια κάθε μνήμη νομαδικού κράτους και
της κυκλικής νομαδικής καλύβας που ήταν ο αντιπροσωπευτικός τύπος
κατοικιών τους. Το συμπέρασμα αυτό εξάγεται από τα ευρήματα που υπάρχουν
στη διάθεσή μας: εάν όμως υποθέσουμε ότι οι λίγοι κυκλικοί τύμβοι, που
χρονολογούνται από το 2700 ως το 2000 π.Χ., απηχούν τις παραδόσεις του
θρησκευτικού συντηρητισμού, τότε μόνο θα μπορέσουμε να υποθέσουμε ότι
τελικά δεν είχε χαθεί απόλυτα η νομαδική ζωή. Παρ’ όλο που είναι κάπως
αποσυντεθειμένα, τα ευρήματα της Κνωσού δείχνουν ότι η αρχική μορφή των
κατοικιών ήταν κυκλική και υπήρχε περίφραξη από βέργες που είχαν
χρωματικά επιχρίσματα. Αλλά αυτό είναι απλώς μια εικασία που γίνεται
επειδή οι μελέτες έχουν καταδείξει ότι η κατάσταση στην Κρήτη έμοιαζε με
αυτήν της Αιγύπτου. Τα σπίτια εκεί ήταν κατά τα φαινόμενα κυκλικά, αλλά
πολύ καιρό πριν από τις δυναστείες, δηλαδή γύρω στο 4700 π.Χ., οπότε
και τα σχέδια με καμπύλες άρχισαν να εγκαταλείπονται και γίνεται εμφανής
η προτίμηση προς το τετραγωνικό σπίτι: Άλλωστε, τα σπίτια στην Κρήτη
είχαν ήδη αρχίσει να κατασκευάζονται με βάση σχεδίου το τετράγωνο.
Άλλες
αγρεπαύλεις ή κατοικίες πλουσίων, που αποτελούσαν το διοικητικό σώμα
της μινωικής κοινωνίας, βρίσκονται κατά κανόνα μόνο στην ύπαιθρο.
Μερικές από αυτές είναι πολύ αξιόλογες.
Πιθανότατα
μια εισβολή από την κεντρική ελλαδική περιοχή ήταν η αιτία που ώθησε
στην κατάρρευση του μινωικού πολιτισμού πριν από το 1400 π.Χ. και τελικά
στη μυκηναϊκή επικράτηση, αφού όλο το Αιγαίο περιήλθε στη μυκηναϊκή
κυριαρχία. Ο σχεδόν ενιαίος μυκηναϊκός πολιτισμός, πέρα από τις κατά
τόπους μορφολογικές διαφοροποιήσεις, επικάλυψε τους προκατόχους του στην
Κρήτη και στα υπόλοιπα νησιά. Ύστερα, οι άποικοι τον εισήγαγαν στις
ακτές της Μικράς Ασίας και στην Κύπρο. Δυστυχώς, μια καταστροφή το 1260
π.Χ. εσήμανε και το τέλος της ευημερίας. Οι Μυκήνες, παρ’ όλο που
υπέστησαν ασυνήθιστα σοβαρές ζημιές, παραμένουν στα ίδια αξιολογικά
επίπεδα με άλλες πόλεις που συγκέντρωναν στους κόλπους τους εξουσία.
Η
εστία καταλάμβανε κεντρική θέση στο σπίτι και την περιτριγύριζαν
κίονες. Οι κίονες προσέδιδαν ιερότητα στον χώρο. Ο διάκοσμος ήταν
απόλυτα επηρεασμένος από την κρητική τέχνη. Βέβαια, τα κρητικά σπίτια
δεν είχαν εστίες, οι οποίες είναι το σήμα κατατεθέν για κάθε μυκηναϊκό
σπίτι.
Οι
κατοικίες ήταν κατεστραμμένες για εκατό χρόνια, δηλαδή από τον δωδέκατο
ως τον ενδέκατο αιώνα π.Χ., με αποτέλεσμα οι πληθυσμοί να μετακινηθούν
στα αναπτύγματα που γνωρίζουμε ως πόλεις-κράτη. Τα ομηρικά έπη
διατήρησαν εκπληκτικά ένα διάσπαρτο αρχείο της μυκηναϊκής ζωής. Το
αρχείο αυτό είναι εντυπωσιακά ακριβές, ειδικά οι αρχιτεκτονικές
περιγραφές, σύμφωνα και με τις πραγματικές επιστημονικές ανακαλύψεις της
ιστορίας για την εποχή αυτή. Κατά τα φαινόμενα, θα μπορούσαμε να
υποθέσουμε ότι ο Όμηρος ενσωμάτωσε στο έργο του το πληροφοριακό υλικό
από τραγούδια των χρόνων ανάμεσα στην εποχή του χαλκού και του σιδήρου,
κυρίως πιο κοντά στην πρώτη. Βέβαια, είναι αυτονόητο ότι οι απτές υλικές
αποδείξεις είναι ελάχιστες, αλλά η διασταύρωση των στοιχείων του Ομήρου
με αυτά των τραγουδιών και άλλων γραπτών μνημείων της εποχής δεν αφήνει
περιθώρια αμφιβολιών. Άλλωστε, τα γραπτά μνημεία αποτελούν περίτρανη
απόδειξη ιστορικών πραγματικοτήτων. Η λέξη “οίκος” εμφανίζεται στον
Όμηρο πρώτη φορά στην Οδύσσεια, και συγκεκριμένα στον 18ο στίχο της ιθ’
ραψωδίας. Σε επιπλώσεις, ο Όμηρος αναφέρει χρήση γυαλισμένου ξύλου. Λέει
ότι τα λουτρά βρίσκονταν πάντα στο ισόγειο και οι γυναικωνίτες πάντα σε
πάνω όροφο. Οι γυναικωνίτες διέθεταν δική τους εστία. Στο δώμα των
σπιτιών άφηναν τα φαγητά για να ζεσταθούν με τον ήλιο. Το πολύτιμο
γαλάζιο υλικό που λέει ο Όμηρος ότι ακτινοβολούσε πρέπει να ήταν ένα
είδος εφυάλωσης. Το υλικό αυτό έδινε λάμψη στις χαραγμένες παραστάσεις
των διαζωμάτων και των ζωφόρων. Οι τοίχοι μερικές φορές καλύπτονταν με
χρυσάφι ή ασήμι ή χαλκό: ο ποιητής δεν υπερέβαλλε όταν έγραφε ότι
“λαμποκοπούσαν σαν τον ήλιο και το φεγγάρι”.


